Συχνά, όταν κάποιος ξεκινά θεραπεία, λέει:
«Το πρόβλημα είναι σε μένα»
ή
«Κάτι δεν πάει καλά με μένα».
Η συστημική προσέγγιση προτείνει μια άλλη ανάγνωση:
“Μπορεί να δυσκολεύομαι όχι επειδή κάτι “δεν πάει καλά” μέσα μου, αλλά επειδή οι σχέσεις μου, οι ρόλοι μου ή οι συνθήκες γύρω μου δεν με βοηθούν να είμαι ο εαυτός μου.”
Η συστημική ψυχοθεραπεία δεν βλέπει το άτομο ως “προβληματικό”, αλλά ως μέρος ενός ζωντανού, διαρκώς εξελισσόμενου συστήματος: της οικογένειάς του, των σχέσεων του, του κοινωνικού του πλαισίου. Κάθε δυσκολία, κάθε σύμπτωμα, κάθε “παγίδα” μπορεί να έχει ρίζες σε μοτίβα αλληλεπίδρασης που επαναλαμβάνονται, συχνά χωρίς να το καταλαβαίνουμε.
Πολλές φορές, μεγαλώνουμε μέσα σε ρόλους που δεν μας δόθηκαν από επιλογή, αλλά από ανάγκη:
- Το παιδί-μεσολαβητής ανάμεσα σε συγκρουόμενους γονείς
- Ο “δυνατός” που δεν επιτρέπεται να λυγίσει
- Ο “φροντιστής” που πάντα ακούει αλλά ποτέ δεν ακούγεται
- Ο “αόρατος” που δεν ενοχλεί, δεν ζητά, δεν επιμένει
Η συστημική θεραπεία μάς προσκαλεί να δούμε αυτές τις δυναμικές χωρίς ενοχή ή επίκριση. Να τις αναγνωρίσουμε, να τις φέρουμε στο φως και – με ασφάλεια – να δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό.
Στη θεραπευτική διαδικασία δεν εστιάζουμε μόνο στο “τι” συνέβη, αλλά και στο “πώς” λειτουργεί. Πώς η σιωπή έγινε στρατηγική. Πώς η απόσταση έγινε προστασία. Πώς το “όχι” έγινε αδιανόητο.
Και όταν το “πώς” αρχίζει να γίνεται ορατό, τότε ανοίγουν και οι δυνατότητες αλλαγής: να ξαναπροσδιορίσω τον ρόλο μου, να διεκδικήσω χώρο, να αναδιαμορφώσω τις σχέσεις μου με τρόπο πιο αυθεντικό και πιο φροντιστικό.
Η συστημική σκέψη δεν είναι μόνο θεραπευτική μέθοδος. Είναι στάση απέναντι στον άνθρωπο: ότι κάθε συμπεριφορά έχει ένα πλαίσιο, ότι κάθε σχέση κρύβει μια ιστορία, ότι η αλλαγή μπορεί να ξεκινήσει εκεί που κάποτε μάθαμε να σωπαίνουμε.
Κάθε σχέση είναι ένας καθρέφτης. Κι η θεραπεία μάς βοηθά να κοιτάξουμε – χωρίς φόβο – και να επιλέξουμε πώς θέλουμε να υπάρχουμε μέσα της.